- Αρμενόπουλος, Κωνσταντίνος
- (1320 – περ. 1380).Βυζαντινός νομοδιδάσκαλος. Οι πληροφορίες για το πρώιμο στάδιο της ζωής του είναι αβέβαιες. Το 1345 πάντως ήταν ήδη νομοφύλαξ και κριτής Θεσσαλονίκης. Αργότερα διορίστηκε σύμβουλος του αυτοκράτορα Ιωάννου ΣΤ’ Καντακουζηνού που ήταν πιθανώς συγγενής του. Από τα έργα του πρέπει να μνημονευτούν δύο ιστορικοθεολογικές πραγματείες, που αναφέρονται σε διάφορες αιρέσεις, πίσω από τις oποίες ο Α. αναζητά όχι μόνο θρησκευτικά, αλλά και πολιτικά και κοινωνικά κίνητρα. Ιδιαίτερο έργο έγραψε για την πολιτικοθρησκευτική διαμάχη του ησυχασμού, που με επίκεντρο τη Θεσσαλονίκη συγκλόνισε για τρεις δεκαετίες την αυτοκρατορία. Στο έργο αυτό o Α., αν και δεν συμμερίζεται απόλυτα τις απόψεις των αντιπάλων του ησυχασμού, επικρίνει τον ηγέτη της ησυχαστικής παράταξης Γρηγόριο Παλαμά ως «ομφαλοσκόπον» και «πάντων αιρετικών ασεβέστατον». Ο Α. όμως έγινε κυρίως γνωστός με την Εξάβιβλον, το τελευταίο μεγάλο έργο της βυζαντινής νομικής επιστήμης. To έργο αυτό αρχίζει με μια «Κριτών προκατάστασιν ή περί δικαιοσύνης», δηλαδή νουθεσία προς τους δικαστές, και μια «προθεωρία», δηλαδή διευκρινίσεις για τη σύνθεση και τη δομή της συλλογής. Ο Α. εξηγεί ότι στην εργασία του έλαβε υπόψη παλαιότερες κωδικοποιήσεις, όπως τους Πανδέκτες, τα Βασιλικά και το Πρόχειρον του Βασιλείου. Το κύριο σώμα του έργου αποτελείται από έξι βιβλία, που υποδιαιρούνται σε 87 τίτλους. Τα πρώτα πέντε βιβλία περιλαμβάνουν διατάξεις ιδιωτικού δικαίου, ενώ το έκτο αφορά το ποινικό δίκαιο. Σε μερικά από τα χειρόγραφα που σώθηκαν ακολουθούν παραρτήματα σχετικά με άλλα ειδικά θέματα.Αν και είχε χαρακτήρα ιδιωτικής συλλογής, η Εξάβιβλος διαδόθηκε ευρύτατα σε όλη την Ανατολή, από τη Ρωσία έως τα Ιεροσόλυμα και σε πολλές χώρες ίσχυσε ως επίσημο νομοθετικό κείμενο (στη Βεσσαραβία ίσχυε έως το 1917), ενώ πολυάριθμες μεταφράσεις στη λατινική και γερμανική το έκαναν γνωστό στη Δύση, υποβοηθώντας έτσι την αναγέννηση του ρωμαιοβυζαντινού δικαίου. Στον ελληνικό χώρο η Εξάβιβλος ήταν σε χρήση σε όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας, εισήχθη δε επίσημα στη νεότερη Ελλάδα με ψήφισμα (ΙΘ’) του Καποδίστρια με ισχύ νόμου, σε ό,τι αφορά τις διατάξεις του ιδιωτικού δικαίου, και με το 152 ψήφισμα του ίδιου (1830) ως συμβουλευτικό βοήθημα. Αργότερα το διάταγμα της Αντιβασιλείας Περί πολιτικού νόμου (1835) έδωσε πάλι τυπική –αν και προσωρινή– ισχύ έως ότου συνταχθεί σύγχρονος αστικός κώδικας στο σχετικό με το ιδιωτικό δίκαιο τμήμα της Εξαβίβλου. Η λύση αυτή δημιούργησε άπειρα ερμηνευτικά προβλήματα (σχέση του δικαίου της Εξαβίβλου με τις επίσημες ρωμαϊκές κωδικοποιήσεις και με το νεότερο εθιμικό δίκαιο κλπ.), αλλά στο μεταξύ το δίκαιο της Εξαβίβλου τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με ειδικούς νόμους, μέχρις ότου αντικαταστάθηκε στο σύνολό του από τον Αστικό Κώδικα της 15ης Μαρτίου 1940.
Dictionary of Greek. 2013.